
Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης
ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΤΥΠΟΥ αριθ. 53/21
Λουξεμβούργο, 14 Απριλίου 2021
Απόφαση στην υπόθεση T-388/20
Ryanair DAC κατά Επιτροπής
Η εγγύηση που παρέσχε η Φινλανδία υπέρ της αεροπορικής εταιρίας Finnair με σκοπό να τη βοηθήσει να λάβει από συνταξιοδοτικό ταμείο δάνειο ύψους 600 εκατομμυρίων ευρώ για την κάλυψη των αναγκών της σε κεφάλαιο κίνησης, συνεπεία της πανδημίας της Covid-19, είναι συμβατή με το δίκαιο της Ένωσης
Η εγγύηση ήταν αναγκαία για την άρση της σοβαρής διαταραχής της φινλανδικής οικονομίας, λαμβανομένης υπόψη της σημασίας της Finnair για την εν λόγω οικονομία
Στις 13 Μαΐου 2020, η Φινλανδία κοινοποίησε στην Επιτροπή μέτρο ενίσχυσης υπό τη μορφή εγγύησης του Δημοσίου υπέρ της φινλανδικής αεροπορικής εταιρίας Finnair Plc, σκοπός του οποίου ήταν να βοηθήσει την τελευταία να λάβει από συνταξιοδοτικό ταμείο δάνειο ύψους 600 εκατομμυρίων ευρώ για την κάλυψη των αναγκών της σε κεφάλαιο κίνησης. Η εγγύηση, η οποία θα κάλυπτε το 90 % του εν λόγω δανείου, είχε μέγιστη διάρκεια τριών ετών και μπορούσε να ενεργοποιηθεί σε περίπτωση αθέτησης των υποχρεώσεων της Finnair έναντι του συνταξιοδοτικού ταμείου.
Αναφερόμενη στην ανακοίνωσή της σχετικά με το προσωρινό πλαίσιο για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό να στηριχθεί η οικονομία κατά τη διάρκεια της τρέχουσας έξαρσης της νόσου Covid-191, η Επιτροπή χαρακτήρισε την εγγύηση που παρασχέθηκε στην Finnair κρατική ενίσχυση συμβατή με την εσωτερική αγορά σύμφωνα με το άρθρο 107, παράγραφος 3, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ2. Βάσει της διάταξης αυτής, οι ενισχύσεις που αποσκοπούν στην άρση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας κράτους μέλους μπορούν, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να θεωρηθούν συμβατές με την εσωτερική αγορά.
Η αεροπορική εταιρία Ryanair άσκησε προσφυγή με αίτημα την ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής, την οποία ωστόσο απορρίπτει το δέκατο πενταμελές τμήμα του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στο πλαίσιο αυτό, το εν λόγω τμήμα εξετάζει, για πρώτη φορά, τη νομιμότητα ατομικής κρατικής ενίσχυσης χορηγηθείσας προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι επιπτώσεις της πανδημίας της Covid-19 υπό το πρίσμα του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ3.
Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου
Το Γενικό Δικαστήριο αναλύει, πρώτον, τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης υπό το πρίσμα του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ.
Αφενός, όσον αφορά τις αιτιάσεις με τις οποίες προβάλλεται ότι η ενίσχυση υπέρ μίας μόνον μεμονωμένης επιχείρησης δεν μπορεί να άρει μια σοβαρή διαταραχή της οικονομίας κράτους μέλους κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει καταρχάς ότι η διάταξη αυτή εφαρμόζεται τόσο στα καθεστώτα ενισχύσεων όσο και στις ατομικές ενισχύσεις. Επομένως, ατομική ενίσχυση μπορεί να κηρυχθεί συμβατή με την εσωτερική αγορά εφόσον είναι αναγκαία, κατάλληλη και αναλογική για την άρση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας του οικείου κράτους μέλους.
Ακολούθως, το Γενικό Δικαστήριο διευκρινίζει ότι τυχόν πτώχευση της Finnair θα είχε σοβαρές επιπτώσεις για τη φινλανδική οικονομία, οπότε η εγγύηση του Δημοσίου, κατά το μέτρο που αποσκοπεί στη διατήρηση των δραστηριοτήτων της Finnair και στην αποτροπή περαιτέρω διαταραχής της φινλανδικής οικονομίας λόγω ενδεχόμενης πτώχευσης της εταιρίας, είναι πρόσφορη να συμβάλει στην άρση της σοβαρής διαταραχής της φινλανδικής οικονομίας την οποία προκάλεσε η πανδημία της Covid-19.
Το ανωτέρω συμπέρασμα του Γενικού Δικαστηρίου βασίζεται στο ότι η Finnair:
– είναι ο κύριος αερομεταφορέας στη Φινλανδία, το δε 2019 διακίνησε περίπου 15 εκατομμύρια επιβάτες, ήτοι το 67 % των συνολικών επιβατών που ταξίδεψαν προς, από και εντός της Φινλανδίας·
– είναι ο κύριος φορέας αεροπορικών μεταφορών φορτίου στη Φινλανδία, καλύπτει τις ανάγκες πολλών επιχειρήσεων εγκατεστημένων επί φινλανδικού εδάφους, τόσο για την εξαγωγή όσο και για την εισαγωγή προϊόντων, και διαθέτει εκτεταμένο δίκτυο στην Ασία·
– απασχολεί 6 800 εργαζομένους, οι δε αγορές της από τους προμηθευτές, ως επί το πλείστον Φινλανδούς, ανέρχονταν το 2019 σε 1,9 δισεκατομμύρια ευρώ·
– πραγματοποιεί σημαντικό ερευνητικό έργο στη Φινλανδία και αποτελεί τη δέκατη έκτη σημαντικότερη εταιρία στη Φινλανδία με κριτήριο τη συμβολή της στο ΑΕΠ της χώρας.
Αφετέρου, όσον αφορά τις αιτιάσεις με τις οποίες προβάλλεται ότι η Επιτροπή παρέλειψε να σταθμίσει τα ευεργετικά αποτελέσματα της ενίσχυσης με τα αρνητικά αποτελέσματά της, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι το άρθρο 107, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ δεν επιβάλλει τέτοια ανάλυση, αντιθέτως προς ό,τι επιτάσσει το άρθρο 107, παράγραφος 3, στοιχείο γʹ, ΣΛΕΕ. Τέτοια στάθμιση δεν απαιτείται ούτε βάσει της ανακοίνωσης σχετικά με το προσωρινό πλαίσιο.
Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει την προβαλλόμενη παραβίαση της αρχής της απαγόρευσης των διακρίσεων. Επ’ αυτού, το Γενικό Δικαστήριο παρατηρεί καταρχάς ότι, ως εκ της φύσεώς της, μια ατομική ενίσχυση εισάγει διαφορετική μεταχείριση, ή ακόμη και δυσμενή διάκριση, η οποία είναι συμφυής με τον ατομικό χαρακτήρα του μέτρου. Τυχόν δε ισχυρισμός ότι τέτοια ενίσχυση είναι αντίθετη προς την αρχή της απαγόρευσης των δυσμενών διακρίσεων θα ισοδυναμούσε, κατ’ ουσίαν, με συστηματική αμφισβήτηση της συμβατότητας με την εσωτερική αγορά κάθε ατομικής ενίσχυσης, ενώ το δίκαιο της Ένωσης επιτρέπει στα κράτη μέλη να χορηγούν τέτοιες ενισχύσεις, τηρουμένων των προϋποθέσεων που προβλέπονται στο άρθρο 107 ΣΛΕΕ.
Επιπλέον, ακόμη και αν υποτεθεί ότι η διαφορετική μεταχείριση που εισάγει η εγγύηση που παρασχέθηκε στην Finnair μπορεί να εξομοιωθεί με δυσμενή διάκριση, πρέπει να εξακριβωθεί αν δικαιολογείται από θεμιτό σκοπό και αν είναι αναγκαία, πρόσφορη και αναλογική για την επίτευξή του.
Κατά το Γενικό Δικαστήριο, οι όροι χορήγησης της εγγύησης που παρασχέθηκε στην Finnair είναι ικανοί να επιτύχουν τον επιδιωκόμενο σκοπό, δεδομένου ότι η ύπαρξη σοβαρής διαταραχής της φινλανδικής οικονομίας λόγω της πανδημίας της Covid-19 και οι σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις της τελευταίας στην αγορά αεροπορικών μεταφορών της Φινλανδίας αποδείχθηκαν επαρκώς κατά νόμον. Το μέτρο ενίσχυσης είναι, επιπλέον, αναγκαίο, δεδομένου ότι η Finnair διατρέχει κίνδυνο πτώχευσης λόγω της προκληθείσας από την πανδημία ξαφνικής συρρίκνωσης της δραστηριότητάς της και της αδυναμίας να
καλύψει τις ανάγκες της σε ρευστότητα μέσω των πιστωτικών αγορών. Τέλος, δεδομένης της σημασίας της Finnair για τη φινλανδική οικονομία, η παροχή της εγγύησης του Δημοσίου αποκλειστικά στην Finnair δεν υπερβαίνει τα όρια του κατάλληλου και αναγκαίου μέτρου για την επίτευξη των σκοπών που επιδιώκει η Φινλανδία.
Όσον αφορά, τρίτον, τις αιτιάσεις με τις οποίες προβάλλεται παραβίαση των αρχών της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και της ελευθερίας εγκαταστάσεως, το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η Ryanair δεν απέδειξε υπό ποια έννοια ο αποκλειστικός χαρακτήρας της παροχής της εγγύησης του Δημοσίου είναι ικανός να την αποτρέψει από το να εγκατασταθεί στη Φινλανδία ή από το να παρέχει υπηρεσίες από και προς τη χώρα αυτή.
Το Γενικό Δικαστήριο διευκρινίζει ότι η Ryanair δεν προσδιόρισε τα πραγματικά ή νομικά στοιχεία που έχουν ως αποτέλεσμα η επίμαχη ατομική ενίσχυση να παράγει περιοριστικά αποτελέσματα τα οποία υπερβαίνουν το όριο ενεργοποίησης της απαγόρευσης του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, αλλά τα οποία είναι παρ’ όλα αυτά αναγκαία και αναλογικά για την άρση της σοβαρής διαταραχής της φινλανδικής οικονομίας την οποία προκάλεσε η πανδημία της Covid-19, σύμφωνα με τις επιταγές του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ.
Το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει, τέλος, ως αβάσιμο τον λόγο ακυρώσεως με τον οποίον προβάλλεται παράβαση της υποχρέωσης αιτιολόγησης και διαπιστώνει ότι παρέλκει η εξέταση του βασίμου του λόγου ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται προσβολή των διαδικαστικών δικαιωμάτων που απορρέουν από το άρθρο 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ.
1Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με το προσωρινό πλαίσιο για τη λήψη μέτρων κρατικής ενίσχυσης με σκοπό να στηριχθεί η οικονομία κατά τη διάρκεια της τρέχουσας έξαρσης της νόσου Covid-19 (ΕΕ 2020, C 91 I, σ. 1), τροποποιηθείσα στις 3 Απριλίου 2020 (ΕΕ 2020, C 112 I, σ. 1).
2Απόφαση C(2020) 3387 τελικό της Επιτροπής, της 18ης Μαΐου 2020, σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.56812 (2020/N) – Φινλανδία – COVID‑19: Εγγύηση του Δημοσίου υπέρ της Finnair.
3Στην απόφαση που εξέδωσε στις 17 Φεβρουαρίου 2021, Ryanair κατά Επιτροπής, T-238/20 (βλ., επίσης, ανακοινωθέν τύπου αριθ. 16/21), το Γενικό Δικαστήριο προέβη σε ανάλογη εξέταση της νομιμότητας του καθεστώτος κρατικής ενισχύσεως που θέσπισε η Σουηδία προκειμένου να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις της πανδημίας της νόσου Covid-19 στην αγορά των αεροπορικών μεταφορών στη Σουηδία. Στις αποφάσεις που εξέδωσε στις 14 Απριλίου 2021, Ryanair κατά Επιτροπής, T-378/20, και Ryanair κατά Επιτροπής, T-379/20 (βλ., επίσης, ανακοινωθέν τύπου αριθ. 52/21), το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει, επιπλέον, δύο χωριστά μέτρα ατομικής ενίσχυσης βάσει του άρθρου 107, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ.
ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΤΥΠΟΥ αριθ. 52/21
Λουξεμβούργο, 14 Απριλίου 2021
Αποφάσεις στις υποθέσεις T-378/20,
Ryanair DAC κατά Επιτροπής, και T-379/20, Ryanair DAC κατά Επιτροπής
Είναι σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης τα μέτρα ενίσχυσης που έθεσαν σε εφαρμογή η Σουηδία και η Δανία υπέρ της SAS για τις ζημίες που προκλήθηκαν από την ακύρωση ή τον εκ νέου προγραμματισμό των πτήσεών της κατόπιν της επιβολής περιορισμών στις μετακινήσεις λόγω της πανδημίας Covid-19
Λαμβανομένου υπόψη ότι η SAS κατέχει μερίδιο αγοράς σημαντικά υψηλότερο από εκείνο του πλησιέστερου ανταγωνιστή της στα δύο αυτά κράτη μέλη, οι ενισχύσεις δεν συνιστούν παράνομη δυσμενή διάκριση
Τον Απρίλιο του 2020, η Δανία και η Σουηδία κοινοποίησαν στην Επιτροπή δύο χωριστά μέτρα ενίσχυσης υπέρ της εταιρίας SAS AB, καθένα από τα οποία συνίστατο σε εγγύηση επί πίστωσης με ανανεώσιμο πιστωτικό όριο ανώτατου ποσού 1,5 δισεκατομμυρίων σουηδικών κορωνών (SEK)1. Σκοπός των εν λόγω μέτρων ήταν να αποκατασταθεί εν μέρει η ζημία που υπέστη η SAS από την ακύρωση ή τον εκ νέου προγραμματισμό των πτήσεών της κατόπιν της επιβολής περιορισμών στις μετακινήσεις εν μέσω της πανδημίας Covid-19.
Με αποφάσεις της 15ης Απριλίου 20202 και της 24ης Απριλίου 20203, η Επιτροπή χαρακτήρισε τα κοινοποιηθέντα μέτρα ως κρατικές ενισχύσεις4 συμβατές με την εσωτερική αγορά δυνάμει του άρθρου 107, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, οι ενισχύσεις για την επανόρθωση ζημιών που προκαλούνται από θεομηνίες ή άλλα έκτακτα γεγονότα είναι συμβατές με την εσωτερική αγορά.
Η αεροπορική εταιρία Ryanair άσκησε προσφυγές με αίτημα την ακύρωση των εν λόγω αποφάσεων, τις οποίες όμως απορρίπτει το δέκατο πενταμελές τμήμα του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στο πλαίσιο αυτό, το εν λόγω τμήμα του Γενικού Δικαστηρίου επικυρώνει για πρώτη φορά τη νομιμότητα ατομικών μέτρων ενίσχυσης που ελήφθησαν για την άρση των συνεπειών της πανδημίας Covid-19 σε σχέση με το άρθρο 107, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ5.
Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου
Το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει, πρώτον, τον λόγο ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται ότι οι χορηγηθείσες ενισχύσεις δεν είναι συμβατές με την εσωτερική αγορά επειδή προορίζονται για την επανόρθωση της ζημίας που υπέστη μία μόνο εταιρία. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο αποσαφηνίζει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 107, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ, η ενίσχυση μπορεί να αποσκοπεί στην επανόρθωση ζημιών που προκλήθηκαν από έκτακτο γεγονός ακόμη και αν από αυτήν επωφελείται μία μόνο ατομική επιχείρηση, χωρίς να επανορθώνονται όλες οι ζημίες που προκλήθηκαν από το εν λόγω γεγονός. Επομένως, η Επιτροπή δεν υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο εκ του γεγονότος και μόνον ότι τα μέτρα ενίσχυσης υπέρ της SAS δεν ίσχυαν για όλους τους ζημιωθέντες από την πανδημία Covid-19.
Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει τον λόγο ακυρώσεως με τον οποίον η Ryanair αμφισβητεί ότι τα μέτρα ενίσχυσης είναι ανάλογα προς τις ζημίες που υπέστη η SAS λόγω της πανδημίας Covid-19. Το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει, κατ’ αρχάς, ότι το άρθρο 107, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ παρέχει τη δυνατότητα αντιστάθμισης μόνον των οικονομικών μειονεκτημάτων που προκαλούνται άμεσα από θεομηνίες ή από άλλα έκτακτα γεγονότα. Τούτου δοθέντος, λαμβανομένου υπόψη του εξελικτικού χαρακτήρα της πανδημίας και της ποσοτικοποίησης, βάσει προβολής στο μέλλον, της ζημίας που προκλήθηκε στη SAS από την πανδημία, η Επιτροπή παρέθεσε με επαρκή ακρίβεια μέθοδο υπολογισμού για την εκτίμηση της εν λόγω ζημίας, με την οποία μπορούσε να αποφευχθεί ο κίνδυνος ενδεχόμενης υπεραντιστάθμισης6. Στο πλαίσιο αυτό, το Γενικό Δικαστήριο υπογραμμίζει, περαιτέρω, τη δέσμευση της Δανίας και της Σουηδίας να προβούν σε εκ των υστέρων εκτίμηση της ζημίας που πράγματι υπέστη η SAS, το αργότερο στις 30 Ιουνίου 2021, και να ζητήσουν ενδεχομένως από αυτήν την επιστροφή του ποσού της ενίσχυσης που θα υπερβαίνει το ποσό της ζημίας, λαμβανομένων υπόψη όλων των ενισχύσεων που μπορεί να έχει λάβει η SAS λόγω της πανδημίας Covid-19, συμπεριλαμβανομένων και των ενισχύσεων από αλλοδαπές αρχές.
Τρίτον, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει τον λόγο ακυρώσεως που αφορά τη φερόμενη παραβίαση της αρχής της απαγόρευσης των δυσμενών διακρίσεων. Συγκεκριμένα, η εκάστοτε ατομική ενίσχυση εισάγει, ως εκ της φύσεώς της, διαφορετική μεταχείριση, η οποία μπορεί να συνιστά ακόμη και δυσμενή διάκριση, είναι δε εγγενής στον ατομικό χαρακτήρα του μέτρου. Το να υποστηριχθεί ότι μια τέτοια ενίσχυση είναι αντίθετη προς την αρχή της απαγόρευσης των δυσμενών διακρίσεων ισοδυναμεί με συστηματική αμφισβήτηση της συμβατότητας με την εσωτερική αγορά κάθε ατομικής ενίσχυσης, ενώ το δίκαιο της Ένωσης επιτρέπει στα κράτη μέλη να χορηγούν τέτοιες ενισχύσεις υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται όλοι οι όροι του άρθρου 107 ΣΛΕΕ.
Επιπλέον, ακόμη και αν υποτεθεί ότι η διαφορετική μεταχείριση που εισάγουν τα επίμαχα μέτρα μπορεί να εξομοιωθεί με δυσμενή διάκριση κατ’ εφαρμογήν της αρχής αυτής, η διάκριση αυτή μπορεί να δικαιολογείται αν είναι αναγκαία, κατάλληλη και αναλογική για την επίτευξη θεμιτού σκοπού. Ομοίως, στο μέτρο που η Ryanair επικαλείται το άρθρο 18 ΣΛΕΕ, το Γενικό Δικαστήριο παρατηρεί, εξάλλου, ότι η διάταξη αυτή απαγορεύει κάθε δυσμενή διάκριση λόγω ιθαγενείας εντός του πεδίου εφαρμογής των Συνθηκών, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεών τους. Δεδομένου όμως ότι το άρθρο 107, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ, περιλαμβάνεται, κατά το Γενικό Δικαστήριο, στις ειδικές διατάξεις των Συνθηκών, το δικαιοδοτικό όργανο συνεχίζει την εξέταση των επίμαχων μέτρων επί της βάσης αυτής.
Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαιώνει, αφενός, ότι ο σκοπός των επίμαχων μέτρων πληροί τους όρους που θέτει το άρθρο 107, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ, στο μέτρο που αποσκοπεί πράγματι στην εν μέρει επανόρθωση των ζημιών που υπέστη η SAS από έκτακτο γεγονός, δηλαδή από την πανδημία Covid-19. Το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει, αφετέρου, ότι η διαφορετική μεταχείριση υπέρ της SAS είναι κατάλληλη για την επίτευξη του σκοπού των εν λόγω μέτρων και δεν υπερβαίνει το αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού αυτού μέτρο, λαμβανομένου υπόψη ότι η SAS κατέχει το μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς στη Δανία και στη Σουηδία και ότι το μερίδιο αυτό είναι σημαντικά υψηλότερο από εκείνο του πλησιέστερου ανταγωνιστή της στις δύο αυτές χώρες.
Τέταρτον, το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει τις αποφάσεις της Επιτροπής σε σχέση με την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών και την ελευθερία εγκατάστασης. Στο πλαίσιο αυτό, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει ότι η Ryanair δεν αποδεικνύει γιατί ο αποκλειστικός χαρακτήρας του μέτρου είναι ικανός να την αποτρέψει από την εγκατάσταση στη Δανία ή στη Σουηδία ή από την παροχή υπηρεσιών από και προς τις χώρες αυτές.
Όσον αφορά την υπόθεση T-379/20, το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει εξάλλου ότι το κοινοποιηθέν από τη Σουηδία μέτρο ενίσχυσης έχει επικουρικό χαρακτήρα σε σχέση με το σουηδικό καθεστώς ενισχύσεων το οποίο θεσπίσθηκε βάσει του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ για την αντιμετώπιση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας της Σουηδίας που προκλήθηκε από την πανδημία Covid-197. Ωστόσο, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει το επιχείρημα με το οποίο προβάλλεται ότι το επίμαχο μέτρο δεν μπορεί, για τον λόγο αυτόν, να αποσκοπεί στην επανόρθωση ενός έκτακτου γεγονότος, κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο διευκρινίζει ότι η Συνθήκη ΛΕΕ δεν αντιτίθεται σε ταυτόχρονη εφαρμογή του άρθρου 107, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, και του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις καθεμίας από τις δύο αυτές διατάξεις. Τούτο ισχύει ιδίως όταν τα γεγονότα και οι περιστάσεις που συνεπάγονται σοβαρή διαταραχή της οικονομίας οφείλονται σε έκτακτο γεγονός.
Το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει, τέλος, ως αβάσιμους τους λόγους ακυρώσεως με τους οποίους προβάλλεται παράβαση της υποχρέωσης αιτιολόγησης και διαπιστώνει ότι δεν είναι αναγκαία η εξέταση του βασίμου του λόγου ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται προσβολή των διαδικαστικών δικαιωμάτων που απορρέουν από το άρθρο 108, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ.
1Το μέτρο ενίσχυσης που θέσπισε η Σουηδία συνιστά ατομική ενίσχυση την οποία η Σουηδία αποφάσισε να χορηγήσει στη SAS ως εταιρία επιλέξιμη για το καθεστώς εγγυήσεως δανείων που αποσκοπεί στην υποστήριξη όλων των σουηδικών αεροπορικών εταιριών εν μέσω της πανδημίας Covid-19. Το καθεστώς αυτό είχε κοινοποιήσει η Σουηδία στην Επιτροπή σε ημερομηνία προγενέστερη από εκείνη της κοινοποίησης του ατομικού μέτρου ενίσχυσης και είχε εγκριθεί από την Επιτροπή στις 11 Απριλίου 2020, δυνάμει του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ.
2Απόφαση C(2020) 2416 τελικό της Επιτροπής, σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.56765 (2020/N) – Δανία – Αποζημίωση για την αποκατάσταση των ζημιών που προκλήθηκαν στη SAS από την πανδημία Covid-19.
3Απόφαση C(2020) 2784 τελικό της Επιτροπής, σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.56812 (2020/N) – Σουηδία – Αποζημίωση για την αποκατάσταση των ζημιών που προκλήθηκαν στη SAS από την πανδημία Covid-19.
4Κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.
5Με την απόφαση της 17ης Φεβρουαρίου 2021, Ryanair κατά Επιτροπής, T-259/20 (βλ. επίσης ανακοινωθέν τύπου αριθ. 17/21), το Γενικό Δικαστήριο προέβη σε ανάλογη εξέταση της νομιμότητας ενός καθεστώτος κρατικής ενίσχυσης που θέσπισε η Γαλλία για την άρση των συνεπειών της πανδημίας Covid-19 στη γαλλική αγορά αεροπορικών μεταφορών. Με την απόφαση της 14ης Απριλίου 2021, Ryanair κατά Επιτροπής, T-388/20 (βλ. επίσης ανακοινωθέν τύπου αριθ. 53/21), το Γενικό Δικαστήριο εξέτασε άλλο μέτρο ατομικής ενίσχυσης βάσει του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ.
6Η Επιτροπή διευκρίνισε ότι η έκταση της ζημίας που υπέστη η SAS αντιστοιχεί στην «απώλεια προστιθέμενης αξίας», η οποία συνίσταται στη διαφορά μεταξύ των εσόδων της περιόδου από τον Μάρτιο 2019 έως τον Φεβρουάριο 2020 και των εσόδων της περιόδου από τον Μάρτιο 2020 έως τον Φεβρουάριο 2021, από την οποία αφαιρέθηκαν, αφενός, οι μεταβλητές εξοικονομούμενες δαπάνες, οι οποίες υπολογίσθηκαν βάσει των δαπανών του διαστήματος μεταξύ Μαρτίου 2019 και Φεβρουαρίου 2020, και, αφετέρου, το περιθώριο κέρδους που αφορά την απώλεια εσόδων. Βάσει προσωρινής εκτίμησης, η οποία διενεργήθηκε λαμβανομένης υπόψη της μείωσης της εναέριας κυκλοφορίας κατά 50 % έως 60 % για την περίοδο μεταξύ Μαρτίου 2020 και Φεβρουαρίου 2021 σε σχέση με την περίοδο μεταξύ Μαρτίου 2019 και Φεβρουαρίου 2020, το ύψος της ζημίας υπολογίστηκε ότι κυμαίνεται μεταξύ 5 και 15 δισεκατομμυρίων SEK.
7Το Γενικό Δικαστήριο, με την απόφαση της 17ης Φεβρουαρίου 2021, Ryanair κατά Επιτροπής, T-238/20 (βλ. επίσης ανακοινωθέν τύπου αριθ. 16/21), απέρριψε την προσφυγή της Ryanair κατά της απόφασης της Επιτροπής με την οποία κρίθηκε συμβατό με την εσωτερικό αγορά το σουηδικό καθεστώς ενίσχυσης.