.jpg)
Στέφανος Μήτσιος, Partner και Επικεφαλής Φορολογικού Τμήματος EY Ελλάδος
Τα τελευταία χρόνια, έπειτα από μια μακρά περίοδο κοινωνικοοικονομικής κρίσης και αβεβαιότητας, έχει ανοίξει ένας ευρύτερος διάλογος για το πώς η φορολογία μπορεί να βοηθήσει στην επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας και να λειτουργήσει ως καταλύτης ανάπτυξης.
Ως EY, έχουμε από καιρό τονίσει την ανάγκη επανευθυγράμμισης του φορολογικού πλαισίου, με κεντρική προτεραιότητα την παροχή ελκυστικών και ουσιαστικών κινήτρων για την ενίσχυση της απασχόλησης γενικότερα, και των μισθωτών ειδικότερα.
Πράγματι, τις συζητήσεις αυτές έχουν ακολουθήσει μία σειρά πρωτοβουλιών για την τόνωση της απασχόλησης, οι οποίες συνεχίζουν να αποτελούν πάγια πολιτική στόχευση, παρά την ταραχώδη παρένθεση που εισήγαγε η πανδημία του COVID-19. Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι πρόσφατα μέτρα, όπως η αναστολή καταβολής της εισφοράς αλληλεγγύης για το 2021 και η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες, αποτελούν βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση.
Όμως, αν πραγματικά θέλουμε, όχι μόνο να μιλούμε για ανάπτυξη, αλλά να γίνουμε και κοινωνοί της, θα πρέπει να εντοπίσουμε, πρώτα, πού πραγματικά «πονάμε» για να μπορέσουμε να διορθώσουμε τα κακώς κείμενα.
Παρά τις πρόσφατες ελαφρύνσεις, το μη μισθολογικό και ασφαλιστικό κόστος της εργασίας στην Ελλάδα παραμένει δυσβάσταχτα υψηλό, σε σημείο που «τραβά» προς τα κάτω μισθωτούς και εργοδοσίες και, κατ’ επέκταση, «στραγγαλίζει» την οικονομική ανάπτυξη. Αρκεί να διερωτηθούμε: Πόσο «έκτακτη» είναι η εισφορά αλληλεγγύης, όταν αποτελεί πλέον μόνιμη επιβάρυνση στο εισόδημα των μισθωτών; Αυτό, νομίζω, δίνει τον τόνο για το πού θα πρέπει να εστιάσουμε.
Η φορολογία, για να μπορέσει να υποστηρίξει πραγματικά μια βιώσιμη ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς, θα πρέπει να έχει στο επίκεντρό της την ομάδα πολιτών που σήκωσαν στις πλάτες τους το μεγαλύτερο βάρος της δεκαετούς κρίσης και που συνεχίζονται να δοκιμάζονται, τόσο εξαιτίας της παρούσας κατάστασης, όσο και του υπάρχοντος πλαισίου – τους μισθωτούς. Η μείωση του μη μισθολογικού κόστους και των ασφαλιστικών εισφορών, καθώς και η οριστική κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης, αποτελούν κάποιες «μικρές νίκες», οι οποίες, όμως, μπορούν να κάνουν τη διαφορά.
Βεβαίως, η λήψη και η έκβαση τέτοιων μέτρων, συναρτώνται απόλυτα από το πόσο αποτελεσματικές θα είναι οι προσπάθειες για πάταξη της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής στη χώρα μας, καθώς η συνεπής απόδοση φόρων και εισφορών από όλους ανεξαιρέτως, αποτελεί τη βάση για την εισαγωγή ολοένα και γενναιότερων φορολογικών μεταρρυθμίσεων. Πολλές φορές, είναι χρήσιμο να θυμόμαστε ότι, κάνοντας τα αυτονόητα, είναι αρκετό για να βαδίσουμε προς τη σωστή κατεύθυνση.
Σε μία συγκυρία όπου η απασχόληση στην Ελλάδα δοκιμάζεται για ακόμη μία φορά, ήρθε επιτέλους η ώρα να προσεγγίσουμε τη φορολογία, όχι ως μέτρο επιβολής και είσπραξης κρατικών εσόδων, αλλά ως σύμμαχο ανάπτυξης και δημιουργίας αξίας για όλους.