Πατήστε το πλήκτρο "Enter" για να μεταβείτε στο περιεχόμενο

Εισφορά διαδικτύου ΕΔΟΕΑΠ: Απέρριψε το ΣτΕ τις αιτήσεις ακύρωσης της Ένωσης Εταιρειών Διαφήμισης και Επικοινωνίας Ελλάδος

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΣτΕ Α’ 7μ. 1475-6/2022

Πρόεδρος: Σπ. Χρυσικοπούλου, Αντιπρόεδρος ΣτΕ
Εισηγητής: Αντ. Ζιαμπάρας, Πάρεδρος ΣτΕ
 
Εισφορά διαδικτύου 2% υπέρ ΕΔΟΕΑΠ. Απαράδεκτες για έλλειψη εννόμου συμφέροντος αιτήσεις της Ένωσης διαφημιστικών εταιρειών για ακύρωση των σχετικών διατάξεων του Κανονισμού Είσπραξης Εσόδων και του Καταστατικού του ΕΔΟΕΑΠ.

 
Με τις αποφάσεις ΣτΕ Α’ 7μ. 1475-6/2022, οι οποίες εκδόθηκαν επί αιτήσεων της Ένωσης Εταιρειών Διαφήμισης και Επικοινωνίας Ελλάδος (ΕΔΕΕ) για την ακύρωση των σχετικών με την εισφορά διαδικτύου 2% (περ. στ’ της παρ. 1 του άρθρ. 6 του α.ν. 248/1967, όπως η παρ. αυτή αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρ. 24 του ν. 4498/2017) διατάξεων του Κανονισμού Είσπραξης Εσόδων και του Καταστατικού του ΕΔΟΕΑΠ, κρίθηκαν τα εξής:

I. Με την ειδική εισφορά διαδικτύου βαρύνονται οι λήπτες των υπηρεσιών διαφήμισης ή προβολής ή εν γένει προώθησης πωλήσεων προϊόντων ή διάθεσης υπηρεσιών που τελούνται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο μέσω διαδικτύου (internet), εφόσον αυτοί έχουν κατοικία ή έδρα στην Ελλάδα. Ειδικότερα, κατά την έννοια των παρ. 1 περίπτ. στ και 2 περίπτ. ε του άρθρ. 6 του α.ν. 248/1967, όπως οι παρ. αυτές αντικαταστάθηκαν αντιστοίχως με τις παρ. 2 και 3 του άρθρου 24 του ν. 4498/2017, και των άρθρ. 23 και 24 του Κανονισμού Είσπραξης Εσόδων του ΕΔΟΕΑΠ, οι διαφημιζόμενοι ή προβαλλόμενοι αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο μέσω διαδικτύου έχουν υποχρέωση, εφόσον έχουν την κατοικία ή την έδρα τους στην Ελλάδα, να αποδίδουν στον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. εισφορά ποσοστού 2%, η οποία υπολογίζεται επί της αμοιβής που καταβάλλουν στον διαδικτυακό πάροχο της διαφημιστικής υπηρεσίας, ανεξαρτήτως εάν ο πάροχος αυτός έχει την κατοικία ή την έδρα του στην Ελλάδα ή την αλλοδαπή. Ως διαφήμιση δε ή προβολή νοείται, κατά την έννοια της περιπτ. στ της παρ. 1 του άρθρ. 6 του α.ν. 248/1967, όχι οποιαδήποτε ανακοίνωση λαμβάνει χώρα στο διαδίκτυο έναντι αμοιβής, αλλά μόνον εκείνη που γίνεται στο πλαίσιο εμπορικής, βιομηχανικής, βιοτεχνικής, επιχειρηματικής ή άλλης εν γένει επαγγελματικής δραστηριότητας και σκοπό έχει την προώθηση της πώλησης προϊόντων ή της διάθεσης υπηρεσιών. Εξάλλου, η εν λόγω εισφορά καταβάλλεται στον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. από τον λήπτη των διαφημιστικών υπηρεσιών μόνο αν ο διαδικτυακός πάροχος των υπηρεσιών αυτών δεν αποτελεί επιχείρηση ή εκμετάλλευση ενημερωτικού ή ψυχαγωγικού μέσου μαζικής ενημέρωσης και ψυχαγωγίας (Μ.Μ.Ε.) που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα. Στην αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή ο διαδικτυακός πάροχος των διαφημιστικών υπηρεσιών είναι μέσο μαζικής ενημέρωσης και ψυχαγωγίας (Μ.Μ.Ε.) που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα, καταβάλλεται από την επιχείρηση Μ.Μ.Ε. η προβλεπόμενη στην περίπτ. β της παρ. 1 του άρθρ. 6 του α.ν. 248/1967 πρόσθετη εργοδοτική εισφορά ποσοστού 2% επί του κύκλου εργασιών της και όχι (και) η ένδικη ειδική εισφορά της περίπτ. στ της παρ. 1 του άρθρου αυτού.

II. H αιτούσα Ένωση διαφημιστικών εταιρειών (ΕΔΕΕ) είναι επαγγελματικό μη κερδοσκοπικό σωματείο, με μέλη κυρίως νομικά πρόσωπα που δραστηριοποιούνται στους κλάδους της διαφήμισης και της επικοινωνίας. Μεταξύ των καταστατικών σκοπών της Ένωσης περιλαμβάνεται, σύμφωνα με το Καταστατικό της, η προαγωγή της εμπορικής επικοινωνίας, η προβολή και προώθηση του επικοινωνιακού και διαφημιστικού επαγγέλματος προς τους διαφημιζομένους, τα διαφημιστικά μέσα, το Κράτος και το κοινό, η βελτίωση του επιπέδου των παρεχόμενων υπηρεσιών από τις επιχειρήσεις επικοινωνίας, η επιδίωξη νομοθετικών ρυθμίσεων που έχουν σχέση με τον κλάδο της επικοινωνίας, καθώς και η προώθηση οικονομικών θεμάτων των μελών της. Ως μέσα δε για την επίτευξη των ως άνω καταστατικών σκοπών ορίζονται, μεταξύ άλλων, η διοργάνωση ημερίδων, συνεδρίων, φεστιβάλ, συζητήσεων και διαγωνισμών. Για τη θεμελίωση του εννόμου συμφέροντός της η ΕΔΕΕ ισχυρίζεται ότι με την ένδικη ειδική εισφορά συρρικνώνεται η διαφημιστική αγορά στο διαδίκτυο διότι οποιαδήποτε εισφορά επιβαρύνει τα διαθέσιμα ποσά διαφήμισης, μειώνει αντιστοίχως τα ποσά αυτά και συνακόλουθα τα έσοδα των διαφημιστικών εταιρειών και το μέγεθος της διαφημιστικής αγοράς. Προβάλλει δε ότι σε ορισμένες περιπτώσεις οι διαφημιζόμενοι – λήπτες των διαφημιστικών υπηρεσιών παρακρατούν την εισφορά διαδικτύου από την αμοιβή των διαφημιστικών εταιρειών προκειμένου να την αποδώσουν στον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. Οι ισχυρισμοί όμως αυτοί είναι αόριστοι, διότι η αιτούσα δεν τεκμηριώνει την πραγματική βάση τους με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία, ούτε άλλωστε προσκόμισε στοιχεία από τα οποία να αποδεικνύεται ότι η ένδικη εισφορά διαδικτύου έχει προκαλέσει, από τότε που θεσπίστηκε και άρχισε να εισπράττεται, μείωση των εσόδων ή του κύκλου εργασιών των διαφημιστικών εταιρειών. Εξάλλου, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, η ένδικη ειδική εισφορά ποσοστού 2% δεν μπορεί, αυτή και μόνο, να πλήξει τη διαφημιστική αγορά. Ενόψει των ανωτέρω, και δεδομένου ότι οι διαφημιστικές εταιρείες δεν βαρύνονται, κατά νόμον, με την ένδικη ειδική εισφορά αλλά μόνον οι διαφημιζόμενοι ή προβαλλόμενοι μέσω διαδικτύου, οι ως άνω ισχυρισμοί της αιτούσας Ένωσης δεν στοιχειοθετούν το απαιτούμενο κατά νόμον άμεσο και ενεστώς έννομο συμφέρον για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης. Περαιτέρω, για τη θεμελίωση του εννόμου συμφέροντός της η αιτούσα Ένωση επικαλείται και την ιδιότητά της ως διαφημιζομένης μέσω του διαδικτύου, διότι «διαφημίζεται» συστηματικά στο διαδίκτυο (facebook) για τις κλαδικές βραβεύσεις δημιουργικότητας (Ermis Awards, Young lions Hellas, Effie Hellas κ.λπ.) που διοργανώνει σε ετήσια βάση, για την απόδειξη δε του ισχυρισμού της προσκόμισε σχετικά τιμολόγια. Όμως, οι ως άνω βραβεύσεις καμία σχέση δεν έχουν με προϊόντα ή υπηρεσίες που πωλούνται ή παρέχονται στο πλαίσιο επαγγελματικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητας, αλλά αποτελούν απλές εκδηλώσεις του αιτούντος σωματείου, τις οποίες διοργανώνει για την επίτευξη των καταστατικών σκοπών του (προώθηση διαφημιστικού επαγγέλματος κ.λπ.), στους οποίους πάντως δεν περιλαμβάνεται η πώληση προϊόντων ή η διάθεση υπηρεσιών, και για την αύξηση των εσόδων του. Συνεπώς, για την προβολή των ως άνω δραστηριοτήτων της, η οποία δεν αποτελεί προωθητική ενέργεια με την ως άνω έννοια, η αιτούσα Ένωση δεν προκύπτει ότι βαρύνεται κατά νόμον με την ειδική εισφορά διαδικτύου, ούτε εξάλλου προκύπτει, αλλά και ούτε προβάλλεται από την αιτούσα, ότι για την προβολή των ως άνω εκδηλώσεών της ο υπερ ου η εισφορά Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. θεωρεί αυτή ως διαφημιζόμενη και, συνεπώς, υπόχρεη απόδοσης της ένδικης εισφοράς.

ΣτΕ Α’ 7μ. 1477/2022

Πρόεδρος: Σπ. Χρυσικοπούλου, Αντιπρόεδρος ΣτΕ
Εισηγητής: Αντ. Ζιαμπάρας, Πάρεδρος ΣτΕ
 
Εισφορά διαδικτύου 2% υπέρ ΕΔΟΕΑΠ. Απαράδεκτη ως στρεφόμενη κατά μη εκτελεστών πράξεων αίτηση της Ένωσης διαφημιστικών εταιρειών για ακύρωση της 11/2018 Εγκυκλίου και άλλων απαντητικών – ενημερωτικών εγγράφων του ΕΔΟΕΑΠ.
 
Με την απόφαση ΣτΕ Α’ 7μ. 1477/2022, η οποία εκδόθηκε επί αιτήσεως της Ένωσης Εταιρειών Διαφήμισης και Επικοινωνίας Ελλάδος (ΕΔΕΕ) για την ακύρωση της 11/2018 Εγκυκλίου και άλλων εγγράφων του ΕΔΟΕΑΠ σχετικών με την εισφορά διαδικτύου 2% (περ. στ’ της παρ. 1 του άρθρ. 6 του α.ν. 248/1967, όπως η παρ. αυτή αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρ. 24 του ν. 4498/2017), κρίθηκαν τα εξής:

I. Με την ειδική εισφορά διαδικτύου βαρύνονται οι λήπτες των υπηρεσιών διαφήμισης ή προβολής ή εν γένει προώθησης πωλήσεων προϊόντων ή διάθεσης υπηρεσιών που τελούνται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο μέσω διαδικτύου (internet), εφόσον αυτοί έχουν κατοικία ή έδρα στην Ελλάδα. Ειδικότερα, κατά την έννοια των διατάξεων των παρ. 1 περίπτ. στ και 2 περίπτ. ε του άρθρ. 6 του α.ν. 248/1967, όπως οι παρ. αυτές αντικαταστάθηκαν αντιστοίχως με τις παρ. 2 και 3 του άρθρ. 24 του ν. 4498/2017, και των άρθρ. 23 και 24 του Κανονισμού Είσπραξης Εσόδων του ΕΔΟΕΑΠ, οι διαφημιζόμενοι ή προβαλλόμενοι αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο μέσω διαδικτύου έχουν υποχρέωση, εφόσον έχουν την κατοικία ή την έδρα τους στην Ελλάδα, να αποδίδουν στον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. εισφορά ποσοστού 2%, η οποία υπολογίζεται επί της αμοιβής που καταβάλλουν στον διαδικτυακό πάροχο της διαφημιστικής υπηρεσίας, ανεξαρτήτως εάν ο πάροχος αυτός έχει την κατοικία ή την έδρα του στην Ελλάδα ή την αλλοδαπή. Ως διαφήμιση δε ή προβολή νοείται, κατά την έννοια της περιπτ. στ της παρ. 1 του άρθρ. 6 του α.ν. 248/1967, όχι οποιαδήποτε ανακοίνωση λαμβάνει χώρα στο διαδίκτυο έναντι αμοιβής, αλλά μόνον εκείνη που γίνεται στο πλαίσιο εμπορικής, βιομηχανικής, βιοτεχνικής, επιχειρηματικής ή άλλης εν γένει επαγγελματικής δραστηριότητας και σκοπό έχει την προώθηση της πώλησης προϊόντων ή της διάθεσης υπηρεσιών. Εξάλλου, η εν λόγω εισφορά καταβάλλεται στον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. από τον λήπτη των διαφημιστικών υπηρεσιών μόνο αν ο διαδικτυακός πάροχος των υπηρεσιών αυτών δεν αποτελεί επιχείρηση ή εκμετάλλευση ενημερωτικού ή ψυχαγωγικού μέσου μαζικής ενημέρωσης και ψυχαγωγίας (Μ.Μ.Ε.) που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα. Στην αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή ο διαδικτυακός πάροχος των διαφημιστικών υπηρεσιών είναι μέσο μαζικής ενημέρωσης και ψυχαγωγίας (Μ.Μ.Ε.) που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα, καταβάλλεται από την επιχείρηση Μ.Μ.Ε. η προβλεπόμενη στην περίπτ. β της παρ. 1 του άρθρ. 6 του α.ν. 248/1967 πρόσθετη εργοδοτική εισφορά ποσοστού 2% επί του κύκλου εργασιών της και όχι (και) η ένδικη ειδική εισφορά της περίπτ. στ της παρ. 1 του άρθρου αυτού.

II. Η προσβαλλόμενη Εγκύκλιος, όπως προκύπτει από το όλο περιεχόμενό της, αποτελεί απλή ενημερωτική – ερμηνευτική εγκύκλιο του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π., με την οποία διευκρινίζεται στους ενδιαφερομένους ο κύκλος των υπόχρεων προς καταβολή της ένδικης εισφοράς διαδικτύου και το πεδίο εφαρμογής της διάταξης και παρέχονται επεξηγήσεις για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή της. Συνεπώς, δεν έχει εκτελεστό χαρακτήρα και απαραδέκτως πλήττεται με την αίτηση ακυρώσεως. Αβασίμως δε προβάλλει η ΕΔΕΕ ότι η Εγκύκλιος περιέχει νέες κανονιστικές ρυθμίσεις. Ομοίως, τα λοιπά προσβαλλόμενα έγγραφα του ΕΔΟΕΑΠ έχουν αμιγώς πληροφοριακό – ενημερωτικό χαρακτήρα, διότι με αυτά ο Οργανισμός αποσαφηνίζει στους αποδέκτες των εγγράφων (Ένωση διαφημιστικών εταιρειών, Σύνδεσμο Διαφημιζομένων Ελλάδος και Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο της Ελλάδος) την έννοια και το πεδίο εφαρμογής της διάταξης της περ. στ’ της παρ. 1 του άρθρ. 6 του α.ν. 248/1967 και τους επεξηγεί, και επί τη βάσει παραδειγμάτων, τον τρόπο υπολογισμού της εισφοράς. Συνεπώς, δεν έχουν εκτελεστό χαρακτήρα και απαραδέκτως πλήττονται με την αίτηση ακυρώσεως. Αβασίμως δε προβάλλει η ΕΔΕΕ ότι τα εν λόγω έγγραφα εισάγουν ρύθμιση που προσκρούει στις διατάξεις του ν. 4498/2017 και, ως εκ τούτου, έχουν κανονιστικό περιεχόμενο.

Source