Πατήστε το πλήκτρο "Enter" για να μεταβείτε στο περιεχόμενο

Τροπολογία με νομοτεχνικές διορθώσεις στον Ποινικό Κώδικα (ν.4619/2019, ΠΚ), στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν.4620/2019, ΚΠΔ) και στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ.503/1985)

Νέα τροπολογία κατατέθηκε στο νομοσχέδιο ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΜΕ ΤΙΤΛΟ «ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΠΕΙΓΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ»

Με την υπόψη τροπολογία, προβλέπονται τα ακόλουθα:

Επέρχονται νομοτεχνικές διορθώσεις στον Ποινικό Κώδικα (ν.4619/2019, ΠΚ), στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν.4620/2019, ΚΠΔ) και στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ.503/1985). Ειδικότερα, μεταξύ άλλων:

1.α. Καθορίζονται οι περιπτώσεις υποχρεωτικής ή μη κλήτευσης του καταδικασθέντος στη συνεδρίαση του δικαστηρίου εκτέλεσης της ποινής (άρθρα 81, 104Α, 105Α ΠΚ).

β. Επανακαθορίζονται οι προϋποθέσεις για την ανάκληση της υπό όρο απόλυσης του ανηλίκου (άρθρο 129 ΠΚ).

γ· Τροποποιούνται μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 463 ΠΚ (επανακαθορισμός της μειωμένης ποινής για κάθειρξη έως δέκα έτη) και καταργείται η μετατροπή σε μειωμένη ποινή του ποινικού σωφρονισμού που είχε επιβληθεί σε νεαρούς ενήλικες έως είκοσι πέντε (25) ετών κατά το άρθρο 465 ΠΚ.

2.α. Ρυθμίζονται ζητήματα σχετικά με την άρση της κατάσχεσης από το δικαστικό συμβούλιο υπό το ενδεχόμενο δήμευσης των κατασχεθέντων αντικειμένων (άρθρο 269 ΚΠΔ).

β. Προβλέπεται η δυνατότητα επιβολής περιοριστικών όρων (και αναμορφωτικών μέτρων) σε ανήλικο που τέλεσε πράξη η οποία για τον ενήλικο είναι κακούργημα (άρθρο 287 ΚΠΔ).

γ. Ορίζεται ότι, μετά την ενημέρωση των διαδίκων από τον εισαγγελέα για τη σχετική πρότασή του προς το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο, μετά το πέρας της κύριας ανάκρισης, η δικογραφία διαβιβάζεται στο συμβούλιο αυτό εντός της οριζόμενης προθεσμίας (άρθρο 308 ΚΠΔ).

3. Εισάγονται νομοτεχνικές βελτιώσεις στο άρθρο 116 του ν. 4842/2021 σχετικά με τις μεταβατικές διατάξεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

Προτεινόμενες διατάξεις

Άρθρο 1

Ρυθμίσεις θεμάτων παροχής κοινωφελούς εργασίας – Τροποποίηση παρ. 5 άρθρου 81 ΠΚ, παρ. 4 άρθρου 104Α ΠΚ και παρ. 4 άρθρου 105Α ΠΚ

1. Στην παρ. 5 του άρθρου 81 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95 [ΠΚ]) απαλείφεται το τελευταίο εδάφιο, ως προς την υποχρεωτική κλήτευση του καταδικασθέντος στη συνεδρίαση του δικαστηρίου εκτέλεσης ποινής, καί η παρ. 5 διαμορφώνεται ως εξής:

«5. Αν η εργασία παρέχεται από εκείνον που καταδικάστηκε ελλιπώς ή πλημμελώς με δική του υπαιτιότητα, ο εισαγγελέας εκτέλεσης της ποινής, αφού λάβει υπόψη τη συχνότητα και σοβαρότητα της παραβίασης των υποχρεώσεων από τον καταδικασθέντα, καθώς και τον βαθμό της υπαιτιότητάς του μπορεί, αφού προβεί σε έγγραφη προειδοποίηση εκείνου που καταδικάστηκε, α) να παρατείνει την προθεσμία για την εκτέλεση της εργασίας μέχρι ένα (1) επιπλέον έτος, β) να επιτρέψει την εκτέλεση της χρηματικής ποινής που είχε καθοριστεί σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, αφού αφαιρέσει το ποσό που αναλογεί στην ήδη εκτιθείσα ποινή παροχής κοινωφελούς εργασίας, καθορίζοντας για κάθε τέσσερις (4) ώρες εργασίας μία ημερήσια μονάδα χρηματικής ποινής.».

2. Στην παρ. 4 του άρθρου 104Α ΠΚ προστίθεται τελευταίο εδάφιο και η παρ. 4 διαμορφώνεται ως εξής:

«4. Η παρ. 3 του άρθρου 81 ισχύει και στην περίπτωση αυτή. Αν η εργασία παρέχεται από εκείνον που καταδικάστηκε ελλιπώς ή πλημμελώς με δική του υπαιτιότητα, ο εισαγγελέας εκτέλεσης της ποινής, αφού λάβει υπόψη τη συχνότητα και σοβαρότητα της παραβίασης των υποχρεώσεων από τον καταδικασθέντα, καθώς και τον βαθμό της υπαιτιότητάς του μπορεί να προβεί σε έγγραφη προειδοποίηση εκείνου που καταδικάστηκε ή να εισαγάγει την υπόθεση στο δικαστήριο εκτέλεσης της ποινής. Υπό τις προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου, και λαμβάνοντας υπόψη το τμήμα της ποινής που εκτίθηκε, το δικαστήριο εκτέλεσης της ποινής μπορεί να διατάξει την έκτιση της φυλάκισης που επιβλήθηκε αφού αφαιρέσει την εκτιθείσα ποινή και τον χρόνο παροχής κοινωφελούς εργασίας υπολογίζοντας αυτόν σύμφωνα με την παρ. 1. Ο καταδικασθείς κλητεύεται υποχρεωτικά στη συνεδρίαση τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν και μπορεί να παραστεί αυτοπροσώπως ή με συνήγορο.».

3. Στην παρ. 4 του άρθρου 105Α ΠΚ προστίθεται τελευταίο εδάφιο και η παρ. 4 διαμορφώνεται ως εξής:

«4. Η παρ. 3 του άρθρου 81 ισχύει και στην περίπτωση αυτή. Αν η εργασία παρέχεται από εκείνον που καταδικάστηκε ελλιπώς ή πλημμελώς με δική του υπαιτιότητα, ο εισαγγελέας εκτέλεσης της ποινής, αφού λάβει υπόψη τη συχνότητα και σοβαρότητα της παραβίασης των υποχρεώσεων από τον καταδικασθέντα, καθώς και τον βαθμό της υπαιτιότητάς του μπορεί να προβεί σε έγγραφη προειδοποίηση εκείνου που καταδικάστηκε ή να εισαγάγει την υπόθεση στο δικαστήριο εκτέλεσης της ποινής. Υπό τις προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου, και λαμβάνοντας υπόψη το τμήμα της ποινής που εκτίθηκε, το δικαστήριο εκτέλεσης της ποινής μπορεί να διατάξει την έκτιση της φυλάκισης που επιβλήθηκε αφού αφαιρέσει την εκτιθείσα ποινή και τον χρόνο παροχής κοινωφελούς εργασίας υπολογίζοντας αυτόν σύμφωνα με την παρ. 2. Ο καταδικασθείς κλητεύεται υποχρεωτικά στη συνεδρίαση τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν και μπορεί να παραστεί αυτοπροσώπως ή με συνήγορο.».
Άρθρο 2
Απόλυση υπό όρο – Τροποποίηση παρ. 6 άρθρου 129 ΠΚ

Στο άρθρο 129 ΠΚ α) γίνεται νομοτεχνική βελτίωση στην παρ. 5 με την προσθήκη της λέξης «υποχρεώσεων» μετά τις λέξεις «της παράβασης των», β) στην παρ. 6 απαλείφονται από τις προϋποθέσεις ανάκλησης της απόλυσης υπό όρο του ανηλίκου καταδικασθέντος, οι λέξεις «ή πλημμέλημα από δόλο σε ποινή άνω του ενός (1) έτους» και οι παρ. 5 και 6 διαμορφώνονται ως εξής:

«5. Στον απολυόμενο μπορεί να επιβληθούν κατά τη διάρκεια του χρόνου δοκιμασίας υποχρεώσεις που αφορούν στον τρόπο ζωής του και ιδίως στον τόπο διαμονής, στη διαπαιδαγώγηση ή την παρακολούθηση εγκεκριμένου από το νόμο θεραπευτικού προγράμματος απεξάρτησης από ναρκωτικές ή άλλες ουσίες. Αν ο απολυόμενος παραβιάσει τους όρους που του έχουν επιβληθεί, η απόλυση μπορεί να ανακληθεί, όταν πιθανολογείται ότι ενόψει της βαρύτητας της παράβασης των υποχρεώσεων, του τρόπου και των εν γένει συνθηκών που αυτή συντελέσθηκε, δεν παρέχει ο ανήλικος την προσδοκία ότι στο μέλλον θα τηρήσει τις υποχρεώσεις του. Σε περίπτωση ανάκλησης, ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα σύλληψη δεν υπολογίζεται στην εκτιθείσα ποινή.

6. Αν ο απολυθείς κατά τον χρόνο της δοκιμασίας καταδικασθεί για κακούργημα, η απόλυση αίρεται και εφαρμόζεται το άρθρο 132.»
Άρθρο 3
Εμπρησμός – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 264 ΠΚ

Στην περ. δ’ της παρ. 1 του άρθρου 264 ΠΚ προστίθεται στην αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος εμπρησμού, η λέξη «άλλου» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

1. Όποιος προξενεί πυρκαγιά, τιμωρείται: α) με φυλάκιση αν από την πράξη μπορεί να προκόψει κοινός κίνδυνος για ξένα πράγματα, β) με κάθειρξη έως δέκα (10) έτη αν από την πράξη μπορεί να προκόψει κίνδυνος για άνθρωπο, γ) με κάθειρξη αν στην περίπτωση των περ. α’ ή β’ η πράξη προκάλεσε σημαντική βλάβη σε εγκαταστάσεις κοινής ωφέλειας ή είχε ως αποτέλεσμα τη βαριά σωματική βλάβη ανθρώπου, δ) με ισόβια κάθειρξη αν στην περίπτωση της περ. β’ η πράξη είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο άλλου.»

Άρθρο 4

Μεταβατικές διατάξεις – Τροποποίηση παρ, 3 άρθρου 463 ΠΚ και τροποποίηση παρ. 2 και κατάργηση παρ. 3 άρθρου 465 ΠΚ

1. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 463 ΠΚ, οι λέξεις «περ. γ’» αντικαθίσταται από τις λέξεις «περ. δ’» και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:

«3. Όπου σε ειδικούς νόμους απειλείται κάθειρξη έως δέκα έτη, επιβάλλεται ποινή μειωμένη κατά το άρθρο 83 περ. δ’. Η πράξη διατηρεί τον κακουργηματικό χαρακτήρα της.

Όπου σε ειδικούς νόμους απειλείται ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δεκαπέντε ετών, επιβάλλεται ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δέκα ετών.»

2. Στο άρθρο 465 ΠΚ, α) στην παρ. 2 μετά τις λέξεις «σύμφωνα με», η λέξη «της» αντικαθίσταται με τη λέξη «τις», β) καταργείται η παρ. 3 και το άρθρο 465 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 465

1. Οι διατάξεις του προίσχύσαντος Ποινικού Κώδικα για τη μετατροπή της ποινής σε χρηματική ποινή, την αναστολή εκτέλεσης της ποινής και την απόλυση υπό όρο εφαρμόζονται για πράξεις που τελέστηκαν μέχρι τη θέση σε ισχύ του παρόντος. Σε περίπτωση αρχικής ή επιγενόμενης συρροής χρηματικής ποινής του άρθρου 80 του προϊσχύοντος Ποινικού Κώδικα με χρηματική ποινή του άρθρου 57 ΠΚ ή ειδικών ποινικών νόμων που εξακολουθούν να ισχύουν σχηματίζεται συνολική ποινή κατά το άρθρο 96 ΠΚ.

2. Για τους μέχρι την έναρξη ισχύος του νέου Ποινικού Κώδικα [ν. 4619/2019 (Α’ 95)] καταδικασθέντες αμετακλήτως σε πρόσκαιρες στερητικές της ελευθερίας ποινές, για τις οποίες καθορίστηκε, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 94 ΠΚ, συνολική ποινή υπερβαίνουσα τα είκοσι (20) ή δεκαπέντε (15) έτη πρόσκαιρης κάθειρξης, καθώς και τα οχτώ (8) ή πέντε (5) έτη φυλάκισης αντίστοιχα, ως εκτιτέα ποινή για την απόλυση υπό όρο αυτών λογίζονται τα είκοσι (20), δεκαπέντε (15), οχτώ (8) και πέντε (5) έτη, αντίστοιχα.

3. [Καταργείται].

4. Υποθέσεις, για τις οποίες μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος έχει γίνει επίδοση κλητήριου θεσπίσματος ή κλήσης στον κατηγορούμενο, εκδικάζονται από το δικαστήριο στο οποίο έχουν εισαχθεί.»

Άρθρο 5

Αρμοδιότητα για την άρση κατάσχεσης – Δυνατότητα προσφυγής κατά της απορριπτικής διάταξης του εισαγγελέα ή του ανακριτή – Τροποποίηση παρ. 3 άρθρου 269 ΚΠΔ

Στην παρ. 3 του άρθρου 269 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α’ 96 [ΚΠΔ]) προστίθεται τελευταίο εδάφιο και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:

«3. Σε κάθε περίπτωση το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο μπορεί να διατάξει να αρθεί η κατάσχεση, αν δεν είναι πιθανόν ότι από αυτό τον λόγο θα δημιουργηθούν δυσχέρειες στην εξακρίβωση της αλήθειας. Κατά την προκαταρκτική εξέταση και την προανάκριση και στις περιπτώσεις των παρ. 3 και 4 του άρθρου 43 και των παρ. 2 και 3 του άρθρου 51 η άρση της κατάσχεσης διατάσσεται μετά την υποβολή αίτησης από τον κύριο των κατασχεθέντων, από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών και κατά την κύρια ανάκριση από τον ανακριτή. Εναντίον της απορριπτικής διάταξης του εισαγγελέα ή του ανακριτή επιτρέπεται προσφυγή στο συμβούλιο μέσα σε δέκα (10) ημέρες από τότε που κοινοποιήθηκε η διάταξη σε εκείνον που αιτήθηκε την άρση της κατάσχεσης. Το ενδεχόμενο της δήμευσης των πραγμάτων που κατασχέθηκαν δεν εμποδίζει την αλλαγή του προσώπου του φύλακα ούτε την άρση της κατάσχεσης από το δικαστικό συμβούλιο.».

Άρθρο 6

Προσωρινή κράτηση ανηλίκων – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 287 ΚΠΔ

Στην παρ. 2 του άρθρου 287 ΚΠΔ μετά τις λέξεις «μπορεί να επιβάλλει» προστίθενται οι λέξεις «περιοριστικούς όρους, μεταξύ των οποίων και» και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Εάν ο ανήλικος τέλεσε πράξη που για τον ενήλικο είναι κακούργημα, εκτός των περιπτώσεων της παρ. 1, ο ανακριτής μπορεί να επιβάλει περιοριστικούς όρους, μεταξύ των οποίων και αναμορφωτικά μέτρα των περ. α’ έως ία’ της παρ. 1 του άρθρου 122 ΠΚ.».

Άρθρο 7

Περάτωση της κύριας ανάκρισης – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 308 ΚΠΔ

Στην παρ. 2 του άρθρου 308 ΚΠΔ προστίθεται δεύτερο εδάφιο και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Από τη στιγμή που ο εισαγγελέας καταρτίσει τη σχετική πρόταση, πριν την υποβάλει στο αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο, έχει υποχρέωση να ενημερώσει αμέσως, έστω και τηλεφωνικά, τους διαδίκους, προκειμένου να λάβουν αντίγραφό της και να ασκήσουν το δικαίωμα ακρόασης, υποβάλλοντας υπόμνημα με τις απόψεις τους. Στην περίπτωση αυτή, η δικογραφία διαβιβάζεται στο δικαστικό συμβούλιο, αφού παρέλθουν δέκα ημέρες από την ειδοποίηση, η οποία αποδείκνύεται με βεβαίωση του αρμόδιου γραμματέα της εισαγγελίας, που επισυνάπτεται στη δικογραφία.»

Άρθρο 8
Μεταβατικές διατάξεις – Τροποποίηση παρ. 1 και 3 άρθρου 116 ν. 4842/2021

1. Στο άρθρο 116 του ν. 4842/2021 (Α’ 190), στην περ. α) της παρ. 1 βελτιώνεται νομοτεχνικά η λέξη «άρθρου», στην περ. β) διορθώνεται η αναφορά στο άρθρο 424 και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. α) Το άρθρο 20Α, η παρ. 2 του άρθρου 115, η περ. 5 του άρθρου 118, η παρ. 4 του άρθρου 119, το άρθρο 122Α, η παρ. 3 του άρθρου 226, η παρ. 1 του άρθρου 237, το άρθρο 238, η παρ. 2 του άρθρου 242, η περ. 1 του άρθρου 400, η περ. 1 του άρθρου 401, τα άρθρα 468 και 469 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως τροποποιούνται με τον παρόντα, εφαρμόζονται για τα ένδικα βοηθήματα και δικόγραφα, που πρόκειται να κατατεθούν μετά από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

β) Το άρθρο 17Α, η παρ. 1 του άρθρου 155, το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 179, το τέταρτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 227, το άρθρο 232, οι παρ. 3, 4, 5, 7, 8 και 9 του άρθρου 237, οι παρ. 1 και 3 του άρθρου 254, η παρ. 4 του άρθρου 260, το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 308, το άρθρο 421, η παρ. 3 του άρθρου 422, το άρθρο 424 και η παρ. 2 του άρθρου 764 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως τροποποιούνται με τον παρόντα, εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς υποθέσεις. Στις υποθέσεις που εκδικάζονται με τις ειδικές διαδικασίες, η παρ. 2 του άρθρου 260, όπως τροποποιείται με το άρθρο 16 του παρόντος, εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς υποθέσεις εκτός εάν η συζήτηση της αγωγής έχει ήδη ματαιωθεί, οπότε η προθεσμία των ενενήντα (90) ημερών αρχίζει από την έναρξη ισχύος του παρόντος.».

2. Στην περ. α) της παρ. 3 του άρθρου 116 του ν. 4842/2021 απαλείφονται οι λέξεις «του άρθρου 591, το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2», μετά τις λέξεις «παρ. 8» προστίθενται οι λέξεις «του άρθρου 591, το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2» και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:

«3. α) Το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ. 2, η παρ. 4, το δεύτερο εδάφιο της παρ. 7 και η παρ. 8 του άρθρου 591, το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 633, καθώς και το άρθρο 636Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως τροποποιούνται με τον παρόντα, εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς υποθέσεις.

β) Η παρ. 3 του άρθρου 633 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως προστίθεται με το άρθρο 40 του παρόντος, εφαρμόζεται για τις διαταγές πληρωμής που ακυρώνονται τελεσίδικα μετά από την έναρξη ισχύος του παρόντος, ανεξάρτητα από τον χρόνο έκδοσής τους.».

Αθήνα, 7 Δεκεμβρίου 2021
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ