Πατήστε το πλήκτρο "Enter" για να μεταβείτε στο περιεχόμενο

Tax Explorer – Απρίλιος 2021: Επαγγελματικά θέματα λογιστών – Εικονικότητα φορολογικού στοιχείου ως προς τον λήπτη – Διαφορές ταμείου

ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2021

1. Επαγγελματικά θέματα λογιστών

Παρόλο που δεν αποτελεί αντικείμενο της στήλης αυτής, συναισθανόμενοι την πίεση που υφίστανται οι συνάδελφοι λογιστές – φοροτεχνικοί θα θέλαμε να αναφερθούμε στο έργο που έχουμε φορτιστεί να επιτελούμε.

Αφορμή για αυτό αποτέλεσε το γεγονός των πιστοποιητικών εμβολιασμού, πιστοποιητικών self test και οποιουδήποτε άλλου ηλεκτρονικά εκδιδόμενου δημοσίου πιστοποιητικού. Πολλοί φορολογούμενοι είτε με δική τους πρωτοβουλία, είτε μετά από προτροπή κάποιων αδαών δημοσίων υπαλλήλων, ζητούν ή και σε κάποιες περιπτώσεις απαιτούν από τους λογιστές τους την έκδοση τέτοιου είδους πιστοποιητικών.

Το αντικείμενο της εργασίας μας όμως δεν καθορίζεται από το τι κουβαλάει ο καθείς στο μυαλό του, αλλά προσδιορίζεται από τους νόμους του κράτους. Συγκεκριμένα το ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠ’ ΑΡ. 340 Περί του επαγγέλματος του Λογιστή Φοροτεχνικού και της αδείας ασκήσεώς του (ΦΕΚ Α’ 228/06-10-1998), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, ορίζει σαφώς στο άρθρο 2 το αντικείμενο αυτό ως εξής:

«Έργο των λογιστών φοροτεχνικών είναι:
1.Η ορθή εφαρμογή των λογιστικών αρχών, προτύπων και σχεδίων γενικών και κλαδικών.
2.Η εποπτεία και η εφαρμογή διαδικασιών για τον προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης και των αναλογούντων φόρων και ο έλεγχος της τυπικής επάρκειας και ακρίβειας των στοιχείων και παραστατικών.
3.Η ενημέρωση και τήρηση των φορολογικών βιβλίων σύμφωνα με τις ισχύουσες φορολογικές διατάξεις.
4.Η κατάρτιση και η υπογραφή των οικονομικών καταστάσεων, των ισολογισμών και των λογαριασμών αποτελεσμάτων χρήσης, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, επιχειρήσεων και οργανισμών.
5.Η σύνταξη, υπογραφή και υποβολή των φορολογικών δηλώσεων, συμπληρωματικών στοιχείων και καταστάσεων καθώς και η επιμέλεια εφαρμογής των απαιτούμενων διαδικασιών και διατυπώσεων προς τις φορολογικές και οικονομικές αρχές.
6.Η σύνταξη, υπογραφή και υποβολή συμπληρωματικών και στατιστικών στοιχείων και καταστάσεων προς τις Δημόσιες Αρχές.
7.Η σύνταξη, υπογραφή και υποβολή μισθολογικών καταστάσεων, ασφαλιστικών εισφορών και προγραμμάτων εργασίας
».

Προφανώς δεν είναι στα καθήκοντα μας η διεκπεραίωση οποιασδήποτε εργασίας πραγματοποιείται με κωδικούς taxisnet οι οποίες σε λίγο καιρό θα είναι εκατοντάδες!

Παράλληλα ο κώδικας δεοντολογίας (Αριθμ. 57088 /ΔΙΟΕ-1033/18.12.2013 απόφαση Υ.ΑΝ.Α.) αναφέρει στο άρθρο 6, παρ.4.8 ότι σε κάθε περίπτωση, ο Λογιστής Φοροτεχνικός οφείλει:
«4.8. Να μην υπογράφει και να μη διεκπεραιώνει εργασίες οι οποίες δεν καλύπτονται από την επαγγελματική ταυτότητα όπως αυτή χορηγείται από το Οικονομικό Επιμελητήριο, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις».

Και ως σκοπό ο κώδικας δεοντολογίας έχει «τη διασφάλιση της ποιότητας και της διαφάνειας των παρεχομένων υπηρεσιών από τους Λογιστές και Φοροτεχνικούς για την προστασία τόσο του ηθικού και επαγγελματικού κύρους τους και των νόμιμων δικαιωμάτων κάθε Φυσικού ή Νομικού Προσώπου που χρησιμοποιεί υποχρεωτικά ή προαιρετικά τις υπηρεσίες τους, όσο και του δημοσίου συμφέροντος».

Με βάση τα παραπάνω πέρα από την ατομική ευθύνη του κάθε συναδέλφου, πέρα από τις ενέργειες που πρέπει να αναλάβει το Ο.Ε.Ε. και οι άλλοι φορείς εκπροσώπησης, θα πρέπει και η ίδια η πολιτεία να λάβει τα απαραίτητα μέτρα προστασίας του επαγγέλματος για λόγους δημοσίου συμφέροντος.
   
2. Εικονικότητα φορολογικού στοιχείου ως προς τον λήπτη

Ένα από τα κρίσιμα στοιχεία στη διαδικασία του φορολογικού ελέγχου, το οποίο οδηγεί σε προστριβές και σε άδικες ορισμένες φορές αποφάσεις, είναι αυτό της λήψης από φορολογούμενο εικονικού φορολογικού στοιχείου.

Με αφορμή μία πρόσφατη απόφαση της Δ.Ε.Δ. (ΔΕΔ Θ 145/2021 Δεν είναι εικονικό για τον λήπτη στοιχείο που αφορά συναλλαγή αν το πρόσωπο του εκδότη είναι διαφορετικό από αυτό του στοιχείου), καλό είναι να θυμηθούμε ότι η εικονικότητα του φορολογικού στοιχείου δεν συνιστά πάντα φορολογική παράβαση για τον λήπτη του.

Συγκεκριμένα με βάση το νόμο και σειρά αποφάσεων του ΣτΕ

– Εικονικό είναι το φορολογικό στοιχείο που εκδίδεται για συναλλαγή ανύπαρκτη στο σύνολό της ή για μέρος αυτής ή για συναλλαγή στην οποία το ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη που αναγράφονται στο στοιχείο είναι άγνωστο φορολογικώς πρόσωπο, με την έννοια ότι δεν έχει δηλώσει την έναρξη του επιτηδεύματός του ούτε έχει θεωρήσει στοιχεία στη Φορολογική Διοίκηση1.

– Εικονικό είναι επίσης το στοιχείο που φέρεται ότι εκδόθηκε ή έχει ληφθεί από εικονική εταιρία, κοινοπραξία, κοινωνία ή άλλη οποιασδήποτε μορφής επιχείρηση ή νομική οντότητα ή από φυσικό πρόσωπο για το οποίο αποδεικνύεται ότι είναι παντελώς αμέτοχο με τη συγκεκριμένη συναλλαγή, οπότε στην τελευταία αυτή περίπτωση η ποινική δίωξη ασκείται κατά του πραγματικού υπευθύνου που υποκρύπτεται.

– Τα φορολογικά στοιχεία στα οποία αναγράφεται αξία συναλλαγής κατώτερη της πραγματικής θεωρούνται πάντοτε ως ανακριβή, ενώ τα φορολογικά στοιχεία στα οποία αναγράφεται αξία μεγαλύτερη της πραγματικής θεωρούνται ως εικονικά κατά το μέρος της μεγαλύτερης αυτής αξίας.

Δεν είναι εικονικό για τον λήπτη το φορολογικό στοιχείο το οποίο αφορά πραγματική συναλλαγή, αν το πρόσωπο του εκδότη είναι διαφορετικό από αυτό που αναγράφεται στο στοιχείο.

– Σε περίπτωση που η εικονικότητα αφορά περίπτωση μη πραγματοποίησης της συναλλαγής, η πραγματοποίησης όχι όμως όπως εμφανίζεται, με τον φερόμενο ως εκδότη του τιμολογίου ή δελτίου αποστολής, η φορολογική αρχή βαρύνεται, κατ’ αρχήν, με την απόδειξη της εν λόγω εικονικότητας. Προς τούτο αρκεί, κατ’ αρχήν, ν’ αποδείξει είτε ότι ο εκδότης του τιμολογίου είναι πρόσωπο φορολογικώς ανύπαρκτο, (οπότε ο λήπτης βαρύνεται πλέον ν’ αποδείξει την αλήθεια της συναλλαγής και την καλή του πίστη κατά το χρόνο πραγματοποιήσεώς της), είτε ότι ο εκδότης του τιμολογίου είναι πρόσωπο φορολογικώς μεν υπαρκτό, αλλά συναλλακτικώς ανύπαρκτο (πρβλ. ΣτΕ 505/2012, ΣτΕ 1498/2011, ΣτΕ 3528/2011, ΣτΕ 1184/2010), οπότε, σε περίπτωση αποδείξεως ανυπαρξίας της συναλλαγής (λόγω του ότι ο εκδότης του τιμολογίου είναι πρόσωπο συναλλακτικώς ανύπαρκτο) δεν είναι δυνατόν να τεθεί θέμα καλής πίστης του λήπτη του εικονικού στοιχείου (βλ. ΣτΕ 1184/2010, ΣτΕ 1126/2010).

Σύμφωνα με την νομολογία η αιτιολογημένη διαπίστωση από τη φορολογική αρχή ότι ορισμένο τιμολόγιο είναι εικονικό αρκεί για να στοιχειοθετήσει ευθύνη για τον επιτηδευματία που δέχεται τέτοιο στοιχείο και το καταχωρίζει στα βιβλία του, εκτός αν αυτός αποδείξει με κάθε νόμιμο μέσο ότι τελούσε σε καλή πίστη (ΣτΕ 875/2012, ΣτΕ 1295/1999).

3. Προσοχή στις διαφορές ταμείου!

Είναι κοινώς γνωστό ότι πληθώρα επιχειρήσεων αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της απόκλισης μεταξύ των χρημάτων που βρίσκονται πραγματικά στο ταμείο τους και αυτού που λογιστικά εμφανίζεται στον σχετικό λογαριασμό.

Προφανώς οι μικροδιαφορές είναι αναπόφευκτες, αλλά οι μεγάλες θα πρέπει να διερευνώνται και σε κάθε περίπτωση να τακτοποιούνται.

Σε υπόθεση που έκρινε πρόσφατα η ΔΕΔ (ΔΕΔ Θ 212/2021 Έλλειμμα ταμείου και προσθήκη αυτού ως λογιστική διαφορά) έκρινε ορθώς βάσει του άρθρου 28 παρ. 2 του ν. 3296/2004 ότι:
«Κατά τους διενεργούμενους σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις φορολογικούς ελέγχους επί επιτηδευματιών με βιβλία Γ’ κατηγορίας του Κ.Β.Σ., διενεργείται υποχρεωτικώς έλεγχος ταμείου και αξιογράφων, ο οποίος και προηγείται των λοιπών ελεγκτικών επαληθεύσεων. Σε περιπτώσεις διαπίστωσης αρνητικών ή θετικών διαφορών με βάση τον παραπάνω έλεγχο, οι διαφορές αυτές, πέραν των λοιπών συνεπειών και ανεξαρτήτως της προέλευσής τους, προστίθενται ως διαφορές καθαρών κερδών και παράλληλα προσαυξάνουν τα ακαθάριστα έσοδα του υπόχρεου, προκειμένου τα έσοδα αυτά να ληφθούν υπόψη για τον προσδιορισμό των φόρων, τελών και εισφορών στις λοιπές φορολογίες» [π.χ. ΦΠΑ].

Άρα οι τυχόν μεγάλες διαφορές ταμείου, μπορεί να οδηγήσουν σε υπέρμετρες κυρώσεις και για αυτό θα πρέπει να τακτοποιούνται άμεσα.

1ΣτΕ 116/2013

ΒΑΓΓΕΛΗΣ Π. ΜΙΧΕΛΙΝΑΚΗΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ- ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ